Συνήγορος του Μετανάστη, του Πρόσφυγα και του Ομογενούς

Περιγραφή Επαγγέλματος:
Αποστολή του Συνηγόρου του Μετανάστη, του Πρόσφυγα και του Ομογενούς είναι η προστασία των δικαιωμάτων των μεταναστών, των προσφύγων και των ομογενών που εγκαθίστανται στη χώρα μας.

Πιο συγκεκριμένα, εισηγείται νομοθετικές μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να καταπολεμηθούν φαινόμενα κακοδιοίκησης και να προσαρμοσθεί περισσότερο η ισχύουσα νομοθεσία με το Σύνταγμα και τις διεθνείς συμβατικές δεσμεύσεις της. Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, η διαρκής εγκατάσταση αλλοδαπών στη χώρα μας καθώς και τα σοβαρότατα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην επαφή τους με την ελληνική Διοίκηση, έδωσαν στην Ανεξάρτητη Αρχή την ευκαιρία να εδραιώσει και να αναδείξει το ρόλο της ως τον κατ’ εξοχήν θεσμικό φορέα προστασίας των δικαιωμάτων των μεταναστών.

Το θεσμικό αυτό ρόλο του Συνηγόρου του Μετανάστη επιβεβαιώνει, ήδη από την πρώτη στιγμή της λειτουργίας του, η αθρόα προσέλευση μεταναστών με αναφορές για σοβαρές παραβιάσεις δικαιωμάτων τους. Ωστόσο, η καθημερινή παρέμβαση του Συνηγόρου του Μετανάστη καλύπτει το σύνολο των επί μέρους πεδίων, όπου δοκιμάζονται οι σχέσεις των αλλοδαπών με την ελληνική διοίκηση, συμπεριλαμβανομένων και των ζητημάτων κοινωνικής προστασίας. Η πρόσφατη ίδρυση ειδικού Κύκλου Δικαιωμάτων του Παιδιού στο Συνήγορο του Πολίτη έχει μάλιστα εντείνει τις παρεμβάσεις υπέρ των αλλοδαπών ανηλίκων.

Ειδικότερα, τα θεματικά πεδία της παρέμβασης του Συνηγόρου του Πολίτη σε ζητήματα προστασίας των δικαιωμάτων των αλλοδαπών είναι τα εξής:

  • Πολιτικοί Πρόσφυγες
  • Ομογένεια/Ιθαγένεια
  • Μετανάστευση

Αποτελεί, ασφαλώς, προτεραιότητα κάθε Κράτους να προστατεύει τους πολίτες του και να μεριμνά για αυτούς, όπου και αν βρίσκονται. Όταν, όμως, διακυβεύονται δικαιώματα του ανθρώπου, την προστασία του αυτή οφείλει να την παρέχει εξ ίσου και σε όσους αλλοδαπούς φιλοξενεί στην επικράτειά του. Πριν και από αυτό, όμως, οφείλει το Κράτος να αποφεύγει να πλήττει το ίδιο τέτοια δικαιώματα, είτε δικαιούχοι τους είναι πολίτες της ίδιας χώρας είτε αλλοδαποί.

Τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα, γνώρισε μια πρωτόγνωρη στη σύγχρονη ιστορία της εισροή αλλοδαπών οι οποίοι, πιεσμένοι από την ανέχεια, την ανεργία και την έλλειψη ευκαιριών στη χώρα τους, αναζητούν εδώ εργασία και ένα καλύτερο μέλλον. Αρκετοί από αυτούς διαμένουν στη χώρα μας εδώ και καιρό και τη βλέπουν πλέον, ιδίως τα παιδιά τους που γεννήθηκαν εδώ, ως δεύτερη πατρίδα.

Έχουν, έτσι, την εύλογη προσδοκία, εφ’  όσον οι ίδιοι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της χώρας υποδοχής, να τυγχάνουν, από ένα σημείο και μετά, καλύτερη μεταχείριση από τους υπόλοιπους αλλοδαπούς. Στο βαθμό μάλιστα που εντείνεται και η ένταξη του αλλοδαπού στην κοινωνική ζωή, η διαφορετική αυτή μεταχείριση ευλόγως έχει ως ενδεχόμενη κατάληξη την απόκτηση ελληνικής ιθαγένειας.

Μαζί με τα ουσιαστικά δικαιώματα που παρέχει στους αλλοδαπούς, ο ελληνικός νόμος τους αναγνωρίζει επί πλέον και τα μέσα της αποτελεσματικής έννομης προστασίας τους. Οι αλλοδαποί, όπως και οι Έλληνες πολίτες, έχουν το δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας αλλά και το ευρύτερο δικαίωμα αναφοράς στις αρχές του ελληνικού κράτους για κάθε πρόβλημα, το οποίο ενδεχομένως αντιμετωπίζουν με αυτές.

Ειδική μορφή του θεμελιώδους ατομικού δικαιώματος του ’’αναφέρεσθαι’’ αποτελεί το δικαίωμα των αλλοδαπών, σε περίπτωση που θεωρούν ότι παραβιάζεται κάποιο δικαίωμά τους, να προσφεύγουν με αναφορά τους στον Συνήγορο του Μετανάστη.

Έτσι, η ανεξάρτητη αρχή του Συνηγόρου του Πολίτη αναδεικνύεται από τον ίδιο το νόμο σε κατ’ εξοχήν Συνήγορο του Μετανάστη, του Πολιτικού Πρόσφυγα και του Ομογενούς και εξετάζει ένα ευρύ φάσμα ζητημάτων που αφορούν:

  • Στην υπέρμετρη καθυστέρηση στην έκδοση των αποφάσεων για αιτήματα ασύλου. Η κατάχρηση της οδού του ασύλου από οικονομικούς μετανάστες, προκειμένου να επιτύχουν την προσωρινή διαμονή τους στη χώρα μας, έχει οδηγήσει τις αρμόδιες διοικητικές αρχές σε λήψη μέτρων που δυσχεραίνουν την υποβολή αιτήματος ασύλου σε τέτοιο βαθμό, ώστε συχνά να συρρικνώνονται οι προβλεπόμενες από το διεθνές πλαίσιο εγγυήσεις για τις διαδικασίες αναγνώρισης του πρόσφυγα. Ο Συνήγορος του Μετανάστη διαπιστώνει προβλήματα στη διαδικασία αυτή και προτείνει αντίστοιχες λύσεις στους εξής τομείς: χορήγηση ανθρωπιστικού καθεστώτος ύστερα από αίτηση του απορριφθέντος αιτούντος άσυλο, επιδόσεις απορριπτικών αποφάσεων στους αιτούντες, υποβολή αιτήματος ασύλου μέσω δικαστικού επιμελητή, εξέταση αιτημάτων ασύλου προσώπων που επιστρέφουν στη χώρα (κατ’ εφαρμογή του Κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙ») κ.ά.
  • Στο πρόβλημα των ασυνόδευτων ανηλίκων αλλοδαπών και ειδικότερα τις συνθήκες κράτησης και απέλασής τους, καθώς και τη φροντίδα και προστασία όσων μπορεί να είναι θύματα οικονομικής ή σεξουαλικής εκμετάλλευσης. Η Ανεξάρτητη Αρχή ασκεί τη διαμεσολαβητική της δράση με στόχο την απόλαυση του δικαιώματος των αλλοδαπών ανηλίκων στην οικογενειακή συνένωση και την κατά προτεραιότητα εξέταση των σχετικών αιτήσεων από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Παρεμβαίνει κυρίως σε περιπτώσεις παραβίασης του δικαιώματος πρόσβασης των ανηλίκων αλλοδαπών στην εκπαίδευση, που είναι ρητά κατοχυρωμένο στη νομοθεσία και ανεξάρτητο από το καθεστώς διαμονής τους στη χώρα, όπως και για τη διασφάλιση της νομιμότητας απόκτησης εκπαιδευτικών τίτλων. Διερευνά καταγγελίες και για τις συνθήκες υποδοχής, κράτησης και φιλοξενίας των ασυνόδευτων ανηλίκων που ζητούν τη χορήγηση ασύλου. Η εξαιρετικά περιορισμένη έως μηδενική χορήγηση ασύλου σε συνδυασμό με το ανέφικτο της απέλασης της μεγάλης πλειονότητας των ασυνόδευτων ανηλίκων που εισέρχονται παράνομα στη χώρα και η έλλειψη προνοιακής μεταχείρισης για αυτούς, έχει ως αποτέλεσμα ο πληθυσμός αυτός να στερείται θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ο Συνήγορος του Μετανάστη πραγματοποιεί επισκέψεις και αυτοψίες σε χώρους υποδοχής και κράτησης σε πολλές περιοχές της χώρας, συνεργάζεται με φορείς και μη κυβερνητικές οργανώσεις που προασπίζονται τα δικαιώματα των ανηλίκων προσφύγων και απευθύνει συστάσεις για τη βελτίωση των πρακτικών μεταχείρισης των ασυνόδευτων ανηλίκων.
  • Στις αναφορές των ανιθαγενών και τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία χορήγησης των προβλεπόμενων από το νόμο ταξιδιωτικών εγγράφων και εγγράφων διαμονής στη χώρα μας, αλλά και υποθέσεις που αφορούν την ανάκτηση της ελληνικής ιθαγένειας από πρώην Έλληνες πολίτες, προερχόμενους κυρίως από τη μειονότητα της Θράκης.
  • Στη διοικητική απέλαση και την εγγραφή στον κατάλογο ανεπιθύμητων, μεταναστών και προσφύγων που εγκαθίστανται στη χώρα μας. Η απέλαση και η εγγραφή στον κατάλογο ανεπιθύμητων αποτελούν μέτρα που το Ελληνικό Κράτος λαμβάνει σε βάρος αλλοδαπών υπηκόων, εφόσον κρίνει ότι συντρέχουν λόγοι δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Ωστόσο, καθώς τα εν λόγω μέτρα είναι ιδιαίτερα δυσμενή, η αιτιολόγησή τους πρέπει να είναι επαρκής και ειδική. Η ελλιπής ή πλημμελής αιτιολόγηση που παρατηρείται σε αρκετές περιπτώσεις λήψης των προαναφερόμενων μέτρων, ενδεχομένως, δηλώνει την κατάχρηση της έννοιας δημόσια τάξη και ασφάλεια από τις αρμόδιες υπηρεσίες.
  • Σημαντικός είναι ο αριθμός των ομογενών που απευθύνονται στον Συνήγορο του Μετανάστη σχετικά με τη διαδικασία έκδοσης και ανανέωσης των εγγράφων διαμονής τους στη χώρα μας.

Ο Συνήγορος του Μετανάστη παρεμβαίνει κυρίως στις περιπτώσεις έκδοσης και ανανέωσης Ειδικών Δελτίων Ταυτότητας Ομογενών από Αλβανία, αλλά και των αντίστοιχων Δελτίων που προβλέπονται για τους ομογενείς από χώρες της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. Ωστόσο, έχουν εξεταστεί και αναφορές από ομογενείς που προέρχονται από τρίτες χώρες.

Αν και το θεσμικό πλαίσιο διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών αποτελεί καταρχήν εθνική πολιτική, μια σειρά πρόσφατων κοινοτικών οδηγιών (για τους επί μακρόν διαμένοντες, για την οικογενειακή επανένωση, για την κυκλοφορία κοινοτικών πολιτών και των μελών της οικογένειάς τους κ.ά.) συντελεί στη θεσμική πρόοδο και βελτίωσή του. Παρότι έχουν σημειωθεί αξιόλογες βελτιώσεις στο σχετικό εθνικό μας πλαίσιο, η διαμόρφωση ενός λειτουργικού και αποτελεσματικού ρυθμιστικού πλαισίου διαμονής που να επιτυγχάνει την κοινωνική ένταξη των μεταναστών αποτελεί ακόμη ζητούμενο.

Η διαμεσολαβητική προσπάθεια του Συνηγόρου εστιάζεται κυρίως στη διαδικασία χορήγησης και ανανέωσης των νομιμοποιητικών εγγράφων εργασίας και διαμονής και ποικίλει ανάλογα με το λόγο διαμονής. Η εμπειρία από την έρευνα χιλιάδων υποθέσεων μεταναστών καθώς και από τις επισκέψεις και αυτοψίες σε χώρους υποδοχής αλλά και κράτησης αλλοδαπών, επιτρέπει στο Συνήγορο του Μετανάστη, του Πρόσφυγα και του Ομογενούς να διατυπώνει εκτενείς και εμπεριστατωμένες εκτιμήσεις για κάθε νομοθετική ή κανονιστική μεταρρύθμιση του καθεστώτος αλλοδαπών την τελευταία επταετία, ιδίως για τις διαδοχικές πολιτικές νομιμοποίησης και ενσωμάτωσης των παρανόμων αλλοδαπών.

Από την αρχή της λειτουργίας του θεσμού, το 1998 και έως σήμερα, έχουν υποβληθεί από πρόσωπα αλλοδαπής ιθαγένειας στο Συνήγορο του Πολίτη περισσότερες από 3.300 αναφορές. Η αυξητική αυτή τάση αναφοράς αλλοδαπών πολιτών προς την Αρχή απεικονίζει αφ’ ενός την ένταση των προβλημάτων εφαρμογής του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου και αφετέρου την εντεινόμενη εμπλοκή του Συνηγόρου στη διαδικασία αυτή.

Συνθήκες Εργασίας:
Πρόκειται για ένα επάγγελμα αρκετά απαιτητικό και υπεύθυνο, αφού χρειάζεται ο συγκεκριμένος ειδικός να βρίσκεται συνεχώς σε διαρκή ετοιμότητα για να την άμεση, ταχεία και αποτελεσματική πληροφόρηση και εξυπηρέτηση των (θιγόμενων) αλλοδαπών, σε περιπτώσεις παραβίασης των δικαιωμάτων τους στη χώρα υποδοχής.

Η εργασία του, όταν πραγματοποιείται στο γραφείο του, περιλαμβάνει τη μελέτη διαφόρων θεμάτων, διαταγμάτων, νόμων και εγκυκλίων που αφορούν τους μετανάστες και τους ομογενείς που εγκαθίστανται στη χώρα μας. Πολλές φορές, είναι αναγκασμένος να μετακινείται και να επισκέπτεται χώρους υποδοχής και κράτησης αλλοδαπών, γεγονός που συνεπάγεται σωματική κούραση και άγχος.

Όταν συντάσσει αναφορές και εκθέσεις για τη διαλεύκανση των υποθέσεων που έχει αναλάβει, βρίσκεται πολλές ώρες μπροστά στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, γεγονός που μπορεί να του επιφέρει σωματική και πνευματική κούραση, καθώς και πιθανότητα προβλημάτων στην όραση εξαιτίας της ακτινοβολίας που εκπέμπει η οθόνη του υπολογιστή.

Ιδιαίτερα Προσωπικά Χαρακτηριστικά και Ικανότητες:
Επειδή έργο του είναι η προστασία των δικαιωμάτων των μεταναστών και των σχέσεών τους με την ελληνική διοίκηση, συμπεριλαμβανομένων και των ζητημάτων κοινωνικής προστασίας, χρειάζεται να διαθέτει εντιμότητα και ακεραιότητα, σεβασμό στους νόμους και στα δικαιώματα του πολίτη, ήθος και διάθεση προσφοράς.

Η εργατικότητα, η διάθεση για εξυπηρέτηση, η προθυμία, η υπευθυνότητα, η επαγγελματική ευσυνειδησία, η ευγένεια, η αποφασιστικότητα, η οξυδέρκεια, η σχολαστικότητα, η κοινωνική ευαισθησία, και η εχεμύθεια για έγγραφα και στοιχεία των οποίων λαμβάνει γνώση στο πλαίσιο της έρευνάς του είναι στοιχεία απαραίτητα για την άσκηση του συγκεκριμένου επαγγέλματος.

Η γνώση ξένων γλωσσών, η ευχέρεια στη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών και η άνεση στις κοινωνικές επαφές διευκολύνουν πολύ το δύσκολο έργο του. Τέλος, η αντικειμενική κρίση και η αυστηρή προσήλωση στη τήρηση και εφαρμογή των κανονιστικών διατάξεων είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την άσκηση του έργου του.

Σπουδές:
Με σκοπό την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στον χειρισμό υποθέσεων που άπτονται σε ζητήματα που απασχολούν τους αλλοδαπούς και τους ομογενείς, έχει συσταθεί ομάδα εξειδικευμένων επιστημόνων του Κύκλου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, της οποίας προΐσταται Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη.

Τα προσόντα διορισμού είναι τα ακόλουθα: α) Για τους ειδικούς επιστήμονες, τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 2 του Π.Δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α’) “Καθορισμός των προσόντων διορισμού σε θέσεις φορέων του δημόσιου τομέα”. β) Για τους βοηθούς επιστήμονες, πτυxίο Α.Ε.Ι., της χώρας μας ή ισότιμο της αλλοδαπής και γνώση μιας ξένης γλώσσας.

Οι διατάξεις του πρώτου και του δεύτερου εδαφίου της παρ. 7 του άρθρου 4 του Ν. 3051/2002 (ΦΕΚ 220 Α’) “Συνταγματικά κατοχυρωμένες ανεξάρτητες αρχές, τροποποίηση και συμπλήρωση του συστήματος προσλήψεων στο δημόσιο τομέα και συναφείς ρυθμίσεις” εφαρμόζονται και για τις θέσεις των βοηθών επιστημόνων του παρόντος. Η εμπειρία αποτελεί στοιχείο που εκτιμάται ιδιαίτερα για την αξιολόγηση των υποψηφίων.

Ως εμπειρία νοείται η άσκηση έργου που σχετίζεται με το αντικείμενο της προς πλήρωση θέσης ή η απασχόλησης σε ανεξάρτητη αρχή με συναφές με το Συνήγορο του Πολίτη έργο. Για την πλήρωση των θέσεων ειδικού και βοηθητικού επιστημονικού προσωπικού προηγείται δημόσια πρόσκληση, η οποία δημοσιεύεται σε δύο τουλάχιστον εφημερίδες των Αθηνών, που έχουν ευρεία κυκλοφορία, τηρούνται δε σε κάθε περίπτωση οι αρχές της δημοσιότητας, της διαφάνειας, της αντικειμενικότητας και της αξιοκρατίας.

Με την προκήρυξη πλήρωσης των θέσεων μπορούν να εξειδικεύονται κάθε φορά οι απαιτούμενοι τίτλοι σπουδών, βασικοί και μεταπτυχιακοί, και να προσδιορίζονται η ξένη γλώσσα και το επίπεδο αυτής, η απαιτούμενη εμπειρία καθώς και η γνώση χρήσης Η/Υ. Ως προς την απόδειξη του επιπέδου της ξένης γλώσσας εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 28 του Π.Δ. 50/2001. Η επιλογή του επιστημονικού και λοιπού προσωπικού γίνεται από πενταμελή επιτροπή που αποτελείται από τον Συνήγορο του Πολίτη ως Πρόεδρο, δύο Βοηθούς Συνηγόρους και δύο καθηγητές Α.Ε.Ι., οριζόμενους με απόφαση της Αρχής. Για τα θέματα επιλογής προσωπικού που δεν περιλαμβάνονται κάθε φορά στην προκήρυξη ή δεν ρυθμίζονται από το παρόν άρθρο εφαρμόζονται οι διατάξεις του Π.Δ. 291/1998 “Κανονισμός λειτουργίας για τη διαδικασία πρόσληψης του προσωπικού του Συνηγόρου του Πολίτη”.

Η προκήρυξη μπορεί να προβλέπει ότι ο ίδιος ο Συνήγορος του Πολίτη προβαίνει σε προεπιλογή μεταξύ αυτών που υπέβαλαν υποψηφιότητα. Κατά την προεπιλογή εξετάζονται τα τυπικά προσόντα των υποψηφίων, καθώς και η συνάφεια των σπουδών και της επαγγελματικής εμπειρίας τους προς τα καθήκοντα των υπό πλήρωση θέσεων.” Στο Συνήγορο του Πολίτη αποσπώνται και ασκούν καθήκοντα ειδικού επιστήμονα έως είκοσι πέντε (25) μόνιμοι ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπάλληλοι του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α, α’ και β’ βαθμού, Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ. της περιπτώσεως ε’ της παρ. 1 του άρθρου 3 που συγκεντρώνουν τα προσόντα ειδικού επιστήμονα της παρ. 1α του παρόντος άρθρου ή είναι υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ του δημόσιου τομέα με οκταετή τουλάχιστον υπηρεσία και με άριστη γνώση ξένης γλώσσας.

Η επιλογή των υποψηφίων για απόσπαση υπαλλήλων γίνεται με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων της ανωτέρω παραγράφου 1. Η απόσπαση διενεργείται με απόφαση του οικείου Υπουργού μετά από πρόταση του Συνηγόρου του Πολίτη, κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη. Η απόσπαση διαρκεί τρία (3) έτη, μπορεί να παρατείνεται μια ή περισσότερες φορές για ίσο χρονικό διάστημα και είναι υποχρεωτική για την υπηρεσία του υπαλλήλου.

Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και για τις αποσπάσεις που παρατάθηκαν αυτοδικαίως με την παρ. 3 του άρθρου 28 του Ν. 3013/2002. Στη Γραμματεία της Αρχής προΐσταται δημόσιος υπάλληλος ΠΕ κατηγορίας με βαθμό Διευθυντή του άρθρου 79 παρ. 2 του Υπαλληλικού Κώδικα (Ν. 2683/1999). Η πλήρωση της θέσης του Διευθυντή γίνεται με απόφαση ειδικού συμβουλίου που αποτελείται από τον Συνήγορο του Πολίτη ως Πρόεδρο και μέλη τους Βοηθούς Συνηγόρους του Πολίτη, ύστερα από αίτηση υποψηφιότητας, που υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία που τάσσεται με δημόσια πρόσκληση προς τους ενδιαφερόμενους.

Η αίτηση υποψηφιότητας συνοδεύεται από βιογραφικό σημείωμα, το περιεχόμενο του οποίου προκύπτει από τα στοιχεία του προσωπικού μητρώου του υπαλλήλου. Δικαίωμα υποβολής αίτησης υποψηφιότητας έχουν μόνιμοι υπάλληλοι ΠΕ κατηγορίας δημόσιων υπηρεσιών, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. και Ανεξάρτητων Αρχών που έχουν τα προσόντα προαγωγής στο βαθμό Διευθυντή κατά την παρ. 2 του άρθρου 82 του Υπαλληλικού Κώδικα (Ν. 2683/1999). Το Ειδικό Συμβούλιο καλεί σε προφορική συνέντευξη τους υποψηφίους προκειμένου να διαμορφώσει γνώμη για την ικανότητα και την προσωπικότητα τους, ως προς την άσκηση των καθηκόντων τους.

Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, οι σχετικές με τη συνεκτίμηση και την έννοια της εμπειρίας, εφαρμόζονται αναλόγως και για την επιλογή του Διευθυντή. Ο υπάλληλος που θα επιλεγεί κατά τα ανωτέρω για τη θέση του Διευθυντή μετατάσσεται, κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη, με απόφαση του οικείου Υπουργού χωρίς γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου και εντάσσεται με την ίδια απόφαση στο βαθμό της θέσης του Διευθυντή.

Η απόσπασή του κατά την παρ. 3 του άρθρου 5 του Ν. 2477/1997 Διευθυντή λήγει αυτοδικαίως με την ολοκλήρωση της κατά τα ανωτέρω μετάταξης του Διευθυντή και ο χρόνος της απόσπασης αυτής λογίζεται για κάθε συνέπεια ως υπηρεσία σε θέση βαθμού Διευθυντή του άρθρου 79 του Υπαλληλικού Κώδικα (Ν. 2683/1999). Οι υπηρετούντες σε θέση βοηθού επιστήμονα στον Συνήγορο του Πολίτη κρίνονται, μετά από αίτησή τους, για την εξέλιξή τους σε θέση ειδικού επιστήμονα, χωρίς να απαιτείται προκήρυξη της αντίστοιχης θέσης, εφόσον διαθέτουν τα οριζόμενα υπό στοιχ. α’ της παρ.1 του άρθρου 5 του Ν. 3094/2003 (ΦΕΚ 10 Α’) προσόντα και έχουν συμπληρώσει ως βοηθοί επιστήμονες τρία (3) τουλάχιστον έτη ευδόκιμης υπηρεσίας.

Την παραπάνω κρίση διενεργεί η Επιτροπή της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου και νόμου μετά από δημόσια συνέντευξη του ενδιαφερομένου ενώπιόν της. Η κρίση αυτή μπορεί να διενεργείται ταυτοχρόνως για όλες τις αιτήσεις που υποβλήθηκαν εντός του αυτού ημερολογιακού έτους. Οι κρινόμενοι ως ικανοί για εξέλιξη, σύμφωνα με τη διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου, εντάσσονται με πράξη του Συνηγόρου του Πολίτη σε θέσεις ειδικών επιστημόνων, στις οποίες και μετατρέπονται οι ήδη κατεχόμενες από αυτούς θέσεις βοηθών επιστημόνων.

Τομείς Απασχόλησης:
Εργάζεται στην Ανεξάρτητη Αρχή του Συνηγόρου του Πολίτη, ενώ μπορεί, παράλληλα, να λαμβάνει μέρος σε ποικίλες κοινωνικές δραστηριότητες.

(πηγή: Ο.Α.Ε.Δ.)

ΕΚΤΥΠΩΣΗ ΑΡΘΡΟΥ